- ἀντιγονίς
- ἀντι-γονίς, eine Art Becher
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Ἀντιγονίς — of Antigonus fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αντιγονίς — Μία από τις δύο νέες φυλές των αρχαίων Αθηναίων, που ιδρύθηκε, όπως και η Δεκεμβριάς, το 305 π.Χ. προς τιμήν του Αντίγονου του Κύκλωπα και του γιου του Δημήτριου Πολιορκητή, που ελευθέρωσε την Αθήνα από τον Κάσσανδρο … Dictionary of Greek
Ἀντιγονίδα — Ἀντιγονίς of Antigonus fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀντιγονίδας — Ἀντιγονίς of Antigonus fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀντιγονίδες — Ἀντιγονίς of Antigonus fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ПАРАЛ — • Πάραλος, 1. см. Paralia, Паралия; 2. береговая полоса в Фессалии, принадлежавшая мелийцам. Жители этой страны назывались Παράλιοι (Thuc. 3, 92); 3. П. ναυ̃ς (на надписях Παραλία), священный корабль (трирема),… … Реальный словарь классических древностей
ФИЛА — • Φυλή, племя (колено), обозначение подразделения народа у греков, название, происшедшее, очевидно, из стремления дать отдельным частям народа, равно как и самому народу, генеалогическое происхождение, привести эти части к… … Реальный словарь классических древностей
Ατταλίς — Μία από τις 12 φυλές της αρχαίας Αθήνας, που ονομάστηκε έτσι απο τον Άτταλο Α’, βασιλιά της Περγάμου, το 200 π.Χ., όταν καταργήθηκαν οι φυλές Αντιγονίς και Δημητριάς. Η Α. αριθμούσε 11 δήμους … Dictionary of Greek
Δημήτριος ο Πολιορκητής — (336; – 283/2 π.Χ.). Βασιλιάς της Μακεδονίας. Ήταν γιος του Αντίγονου του Μονόφθαλμου και μνημονεύεται για πρώτη φορά στον πόλεμο εναντίον του Ευμένη (317). Το 312 διοικούσε τον στρατό του πατέρα του στη μάχη της Γάζας. Το 307 έγινε κύριος της… … Dictionary of Greek